Ακολούθως, το Δικαστήριο αφού έχει επισημάνει τις επιβαρυντικές περιστάσεις τέλεσης, εξετάζει τους υπόλοιπους, σχετικούς για την επιμέτρηση της ποινής, παράγοντες. Έτσι, προσεγγίζει κατά πόσο στο πρόσωπο του κατηγορουμένου συντρέχουν οποιοιδήποτε προσωπικοί επιβαρυντικοί παράγοντες, όπως προηγούμενες καταδίκες ή και παράγοντες που περιορίζουν τον μετριασμό, όπως η μη παραδοχή στις κατηγορίες και ακολούθως καταγράφει και λαμβάνει υπόψη του, τους μετριαστικούς παράγοντες που έχουν να κάνουν είτε με τις συνθήκες τέλεσης (για παράδειγμα η πρόκληση ή η παγίδευση του κατηγορουμένου) είτε το πρόσωπο του ίδιου του κατηγορουμένου (για παράδειγμα, το νεαρό της ηλικίας ή η έμπρακτη μεταμέλεια). Γ
ΕΗκάθε υπόθεση έχει τα δικά της ξεχωριστά περιστατικά, τα οποία άλλα συνιστούν επιβαρυντικά της ποινής δεδομένα και άλλα μετριαστικά, ενώ υπάρχουν περιπτώσεις όπου ο ίδιος παράγοντας θεωρείται ελαφρυντικός, υπό τις περιστάσεις μιας υπόθεσης, ενώ υπό περιστάσεις άλλης υπόθεση, ο ίδιος παράγοντας μπορεί να θεωρείται επιβαρυντικός. Αντίστοιχα, ο κάθε κατηγορούμενος, έχει τις δικές του ξεχωριστές προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις, οι οποίες είναι τόσο ξεχωριστές ως το μοναδικό γενετικό υλικό του κάθε ανθρώπου. Εναπόκειται στη σοφία, την εμπειρία και τη λογική του δικαστή, ο οποίος καλείται αναντίλεκτα να επιτελέσει ένα δύσκολο και ψυχοφθόρο έργο, να κρίνει τόσο ποια από τα γεγονότα τέλεσης, όσο και τις προσωπικές περιστάσεις του κατηγορουμένου είναι τέτοιας σημαίνουσας σημασίας που οδηγούν στην επιλογή τόσο της κατάλληλης ποινής, όσο και του ορθότερου ύψους ποινής.
Το θέμα αναπτύσσεται στο ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΒΟΛΗ ΠΟΙΝΩΝ ΣΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ των Α. Καπαρδής και Η. Στεφάνου (Νομική Βιβλιοθήκη 2020)