Το Δικαστήριο όταν επιβάλλει ποινή σε έγκυο γυναίκα ή μητέρα ανήλικου παιδιού ηλικίας μέχρι 3 ετών, οφείλει να έχει υπόψη του ότι δεν επιτρέπεται η επιβολή ποινής στερητικής της ελευθερίας για οποιοδήποτε αδίκημα, εκτός και αν σωρευτικά:
(α) το αδίκημα είναι κακούργημα ή είναι πλημμέλημα, το οποίο κρίνεται από το δικαστήριο ως σοβαρό, λαμβανομένης υπόψη της φύσης του αδικήματος σε συνδυασμό με τις περιστάσεις της υπόθεσης,
(β) το αδίκημα διαπράχθηκε με τη χρήση βίας κατά του ατόμου και λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων της υπόθεσης το δικαστήριο κρίνει ότι η μητέρα αποτελεί άμεσο ή και συνεχιζόμενο κίνδυνο για την κοινωνία, και
(γ) το δικαστήριο κρίνει, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων της υπόθεσης, ότι, δεδομένου του άμεσου ή και συνεχιζόμενου κινδύνου που η μητέρα αποτελεί για την κοινωνία, είναι ανεπαρκής για την προστασία της κοινωνίας, κάθε άλλη ποινή, κύρωση, ή μέτρο που το δικαστήριο δύναται να επιβάλει.
Περαιτέρω, επιτρέπεται η επιβολή ποινής φυλάκισης, όταν η καταδίκη αφορά αδίκημα που περιλαμβάνεται:
(δ) είτε στον περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμο, τα οποία όμως διαπράττονται από μητέρα εναντίον ανήλικου τέκνου της, φυσικού ή υιοθετημένου, ή εναντίον άλλου ανήλικου που διαμένει μαζί της,
(ε) είτε σε σχέση με αδικήματα τιμωρητέα δυνάμει του εκάστοτε σε ισχύ περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου.
Το θέμα αναπτύσσεται στο ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΒΟΛΗ ΠΟΙΝΩΝ ΣΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ των Α. Καπαρδής και Η. Στεφάνου (Νομική Βιβλιοθήκη 2020)