Σύμφωνα με τον Ποινικό Κώδικα όπως ένα Δικαστήριο, εκδικάζοντας μια ποινική υπόθεση, μπορεί να επιβάλει μια ή συνδυασμό από τις ακόλουθες ποινές:
(1) Φυλάκιση διά βίου
(2) Φυλάκιση
(3) Χρηματική ποινή
(4) Καταβολή αποζημίωσης
(5) Παροχή εγγύησης για την τήρηση της τάξης και καλή διαγωγή ή για προσέλευση για ακρόαση δικαστικής απόφασης
(6) Επιτήρηση
Επιπλέον προνοούνται σε ειδικά νομοθετήματα οι ακόλουθες ποινές:
(7) Περιοδική φυλάκιση, βάσει του Ν. 94(Ι)/2006.
(8) Διάταγμα Επιτήρησης, με όρο κοινοτικής εργασίας, βάσει του Ν. (46(I)/1996).
(9) Απόλυση με ή χωρίς Όρους
(10) Διατάγματα διαφόρων μορφών στη βάση του σκοπού του κάθε νομοθετήματος, όπως Διάταγμα Στέρησης Άδειας Οδηγού ή Διάταγμα Απαγόρευσης εισόδου σε ποδοσφαιρικό αγώνα καθώς και απαγορευτικά και περιοριστικά διατάγματα αναφορικά με εγκλήματα που σχετίζονται με ανηλίκους, οικογενειακή βία κ.α.
Βεβαίως, το Δικαστήριο, αν και έχει απεριόριστη ευχέρεια να επιλέξει μια από τις πιο πάνω ποινές, δεν έχει απεριόριστη ευχέρεια ως προς το ύψος/μέγεθος αυτής. Για το κάθε ποινικό αδίκημα που προνοείται στον Ποινικό Κώδικα, τους ειδικούς ποινικούς νόμου ή σε συγκεκριμένη ποινική διάταξη, ο νομοθέτης προνοεί τη μέγιστη ποινή που μπορεί ένα δικαστήριο να επιβάλει. Έτσι ένα ποινικό Δικαστήριο, επιλέγοντας την αρμόζουσα σε κάθε υπόθεση ποινή, έχει ως βάση του το μέγιστο ύψος ποινής, από το οποίο εκκινεί για να προσμετρήσει την ποινή που τελικά θα επιβάλει.
Το θέμα αναπτύσσεται στο ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΒΟΛΗ ΠΟΙΝΩΝ ΣΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ των Α. Καπαρδής και Η. Στεφάνου (Νομική Βιβλιοθήκη 2020)