Όταν το εκδικάζον δικαστήριο επιβάλλει ποινή φυλάκισης σε πέραν της μιας κατηγορίες οφείλει είτε να επιβάλει ποινή μόνο στην σοβαρότερη εξ αυτών, μη επιβάλοντας ποινή στις υπόλοιπες, είτε να αποφασίσει κατά πόσο θα επιβάλει στις διάφορες κατηγορίες διαδοχικές ή συντρέχουσες ποινές φυλάκισης. Το δικαστήριο, σε περίπτωση που αποφασίζει να επιβάλει είτε διαδοχική είτε συντρέχουσα ποινή σε κάποιες από τις κατηγορίες, οφείλει να το αναφέρει ρητά κατά την έκδοση της απόφασης του. Σε περίπτωση δε που παραλείψει να αναφέρει κατά πόσο η ποινή που επιβάλει σε μια κατηγορία είναι συντρέχουσα ή διαδοχική με άλλη ποινή, τότε θεωρείται πως η επιβληθείσα ποινή είναι συντρέχουσα με την αυστηρότερη επιβληθείσα ποινή.
Θα πρέπει να τονιστεί εξαρχής πως είτε οι ποινές που θα επιβληθούν είναι συντρέχουσες είτε διαδοχικές, αυτό που αποτελεί σταθερή δικαστική παράμετρος της επιμέτρησης της ποινής είναι η επιβολή μιας δίκαιης ποινής στη βάση της συνολικής εγκληματικής συμπεριφοράς κατ΄εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας. Έτσι όταν επιβάλλονται συντρέχουσες ποινές,
Α. Συντρέχουσες
Σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου υποστηρίζουν ότι οι ποινές που επιβάλλονται σε κατηγορούμενο, ο οποίος τέλεσε διαφορετικά αδικήματα που περιλαμβάνονται στο ίδιο κατηγορητήριο, πρέπει να συντρέχουν, δηλαδή στην πράξη να εκτίονται παράλληλα, όταν τα αδικήματα:
(α) εξάγονται από τα ίδια γεγονότα ή
(β) αποτελούν μέρος του ιδίου επεισοδίου και άρα έχουν χρονική εγγύτητα.
Η βασική αρχή είναι ότι δεν πρέπει να επιβάλλονται διαδοχικές ποινές για κατηγορίες που, ουσιαστικά, αποτελούν μέρος μιας ενιαίας συμπεριφοράς και τούτο για να αποφευχθεί η επιβολή μιας συνολικά υπερβολικής ποινής. Ας εξετάσουμε τις βασικές περιπτώσεις:
(α) όταν με μια πράξη ή παράλειψη επέρχεται ο θάνατος σε διαφορετικά θύματα, όπως σε υποθέσεις τροχαίων δυστυχημάτων ή ανθρωποκτωνιών, τότε επιβάλλονται συντρέχουσες ποινές φυλάκισης,
(β) υπάρχουν αδικήματα που προκύπτουν από τα ίδια γεγονότα, αλλά τα συστατικά στοιχεία των οποίων είναι διαφορετικά, όπως για παράδειγμα το αδίκημα της κατοχής ναρκωτικών, το οποίο όμως παράλληλα αποδεικνύει και το αδίκημα της κατοχής της ίδιας ποσότητας με σκοπό την προμήθεια, αδίκημα που επιφέρει επαυξημένη ποινή. Σε αυτή την περίπτωση επιβάλλεται ποινή μόνο στη σοβαρότερη κατηγορία της κατοχής ναρκωτικών με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα.
(γ) υπάρχουν περιπτώσεις που ιδίως νεαρής ηλικίας πρόσωπα, τελούν σωρεία αδικημάτων όμοιας φύσης (όπως διαρρήξεις και κλοπές) την ίδια χρονική περίοδο, αλλά με διαφορετικά θύματα. Το Ανώτατο Δικαστήριο θεώρησε πως τέτοιες περιπτώσεις μπορούν να αντιμετωπίζονται με συντρέχουσες ποινές φυλάκισης παρά την ύπαρξη διαφορετικών θυμάτων.
Στις πιο πάνω περιπτώσεις ο δικαστής οφείλει να επιβάλει ποινή για κάθε αδίκημα ξεχωριστά, διατάσσοντας όμως όπως οι ποινές συντρέχουν κατά την έκτισή τους.
Β. Διαδοχικές
Όταν τα ποινικά αδικήματα του κατηγορητηρίου δεν προκύπτουν από τα ίδια γεγονότα ή δεν αποτελούν μέρος του ιδίου επεισοδίου, τότε δικαιολογείται η επιβολή συνεχόμενων-διαδοχικών ποινών φυλάκισης. Όμως, η αρχή της αναλογικότητας και της συνολικότητας της ποινής έχει σε αυτές τις υποθέσεις καθοριστικό ρόλο. Ο ολικός χρόνος της φυλάκισης πρέπει να συναρτάται με την εσωτερική ποινική ευθύνη του κατηγορουμένου και όχι μόνο με τα εξωτερικά χαρακτηριστικά των κατηγοριών.
Πότε όμως συνίσταται η επιβολή διαδοχικών ποινών παρόλο που τα γεγονότα αποτελούν μέρος μιας κατ΄εξακολούθηση συνεχόμενης συμπεριφοράς; Η διαδοχικότητα χρησιμοποιείται κυρίως σε υποθέσεις σεξουαλικών παρενοχλήσεων, ιδίως όπου υπάρχει μεγάλος αριθμός θυμάτων σε μια μεγάλη χρονική περίοδο. Κρίθηκε πως η διάπραξη άσεμνων επιθέσεων εναντίον δύο ανήλικων μαθητριών, σε χωριστές ημερομηνίες, θα ήταν λάθος να ενταχθεί στο πλαίσιο ενιαίας ενέργειας και να επιβληθούν προς τούτο συντρέχουσες ποινές. Όμοια, κρίθηκε ορθή η επιβολή διαδοχικών ποινών και όταν η άσεμνη επίθεση διαπράχθηκε εναντίον αγοριού και κοριτσιού, που δεν είχαν κανένα κοινό υπόβαθρο γεγονότων για να θεωρηθεί ότι αποτελούσε μέρος του ιδίου επεισοδίου και σε διαφορετικό χρονικό σημείο, παρά την ομοιότητα των συστατικών στοιχείων των κατηγοριών.
Το θέμα αναπτύσσεται στο ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΒΟΛΗ ΠΟΙΝΩΝ ΣΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ των Α. Καπαρδής και Η. Στεφάνου (Νομική Βιβλιοθήκη 2020)