Πότε το Δικαστήριο μετά την καταδίκη επιβάλει καμία ποινή;

Όταν ο κατηγορούμενος καταδικάζεται σε περισσότερες από μια κατηγορίες που βρίσκονται στο ίδιο κατηγορητήριο, το δικαστήριο οφείλει πέραν του καθορισμού της δέουσας ποινής, να αποφασίσει κατά πόσο θα επιβάλει ποινή σε κάθε κατηγορία και ακολούθως κατά πόσο οι ποινές που θα επιβληθούν θα είναι συντρέχουσες ή διαδοχικές.

Θα πρέπει να λεχθεί πως το δικαστήριο καταρχήν δεν επιβάλλει ποινή σε κάθε κατηγορία η οποία περιλαμβάνεται στο κατηγορητήριο. Περιπτώσεις όπου το δικαστήριο δεν επιβάλλει ποινή σε όλα τα αδικήματα, αλλά μόνο στο βασικό ή σοβαρότερο αδίκημα:

(α) Μια ορισμένη συμπεριφορά είναι δυνατό να στοιχειοθετεί περισσότερα από ένα αδικήματα. Για παράδειγμα, η θανάτωση κάποιου με τη χρήση όπλου, περιλαμβάνει τόσο το αδίκημα του Φόνου εκ Προμελέτης ή της Ανθρωποκτονίας (για το οποίο επιβάλλεται ποινή), όσο και το αδίκημα της παράνομης κατοχής πυροβόλου όπλου (η οποία είναι το μέσο τέλεσης του πρώτου αδικήματος και για το οποίο δεν επιβάλλεται ποινή).

(β) Το κάθε ένα από τα συστατικά στοιχεία ενός αδικήματος είναι δυνατό να είναι και από μόνο του μια αυτοτελής αξιόποινη πράξη. Για παράδειγμα, σε ένα θανατηφόρο τροχαίο δυστύχημα, μπορεί να προσαφθεί τόσο η κατηγορία της Πρόκλησης Θανάτου από Αλόγιστη, Απερίσκεπτη ή Επικίνδυνη Συμπεριφορά, όσο και το αδίκημα της παραβίασης κόκκινου σηματοδότη ή υπερβολικής ταχύτητας, τα οποία ουσιαστικά συνιστούν την εγκληματική συμπεριφορά της πρώτης κατηγορίας.

(γ) Τα γεγονότα πάνω στα οποία στηρίζεται μια κατηγορία είναι δυνατόν να μη διαφέρουν από τα γεγονότα άλλης κατηγορίας ή είναι δυνατό να περιλαμβάνουν και τα γεγονότα πάνω στα οποία στηρίζεται άλλη κατηγορία.

(δ) Μια κατηγορία μπορεί να αποτελεί την προπαρασκευή του κύριου αδικήματος. Για παράδειγμα, σε ένα κατηγορητήριο μπορεί να συμπεριλαμβάνεται τόσο το αδίκημα της συνωμοσίας προς επίτευξη άλλου ποινικού αδικήματος, όσο και το ουσιαστικό ποινικό αδίκημα, σε περίπτωση που αυτό τελικά συντελεστεί.

Ο Κατήγορος παρόλο που μπορεί στις πιο πάνω περιπτώσεις να θέσει μόνο μια κατηγορία, έχει τη δυνατότητα να συμπεριλάβει όλες τις κατηγορίες, αποσκοπώντας, από τη μια, την κάλυψη του πλήρους φάσματος της εγκληματικής συμπεριφοράς του κατηγορούμενου και από την άλλη, τη διασφάλιση της καταδίκης σε κάποια κατηγορία, σε περίπτωση που δεν αποδειχθεί κάποιο μέρος της εγκληματικής συμπεριφοράς. Ως και να έχει, στο τέλος, όταν αναζητείται από το εκδικάζον δικαστήριο το μέγεθος της ποινής που αρμόζει, σημείο αναφοράς θα πρέπει να είναι το συνολικό αποτέλεσμα της αξιόποινης συμπεριφοράς και όχι τα επί μέρους αδικήματα στα οποία αυτή η συμπεριφορά μπορεί να διασπαστεί.

Όταν, προσάπτονται περισσότερες της μιας κατηγορίες και τα γεγονότα της μιας-βασικής υπερκαλύπτουν ή ενσωματώνουν ή εμπεριέχουν τα γεγονότα των υπολοίπων, το ορθό είναι να επιβάλλεται ποινή μόνο σ’ αυτή. Από την άλλη, όταν το αδίκημα – μέσο για την τέλεση άλλου αδικήματος είναι πιο σοβαρό από το σκοπούμενο, όπως για παράδειγμα η χρήση όπλου με σκοπό τον εκφοβισμό, η επιβολή συντρεχουσών ποινών και στις δύο κατηγορίες (και μάλιστα μεγαλύτερης διάρκειας στο αδίκημα – μέσο) είναι η ορθή πρακτική.

Ζήτημα προκύπτει όταν από την ύπαρξη διαφορετικής φύσης αδικημάτων ή αδικημάτων με διαφορετικό υπόβαθρο γεγονότων ή διαφορετικά θύματα. Είναι ορθό να επιβάλλονται ποινές συντρέχουσες, δηλαδή που να εκτίονται ταυτόχρονα, όταν ο κατηγορούμενος διαρρήκτης καταδικάζεται για την τέλεση 30 διαφορετικών διαρρήξεων και κλοπών, τα οποία τελέστηκαν την ίδια περίοδο, έχοντας όμως 30 διαφορετικά θύματα; Ή από την άλλη, είναι δικαιότερο, η επιβολή διαδοχικών ποινών, όπου η μια ποινή να εκτίεται μετά τη λήξη της προηγούμενης, μιας και τα θύματα είναι διαφορετικά, βίωσαν και υπέστηκαν το καθένα ξεχωριστά την επιδρομή του δράστη, έχοντας όχι μόνο οικονομικές, αλλά και ψυχολογικές συνέπειες;

Η απόφαση εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του εκδικάζοντος δικαστηρίου, η οποία εξετάζεται κατά κύριο λόγο στη βάση της φύσης της υπόθεσης και των γεγονότων τέλεσης των διάφορων αδικημάτων.

Το θέμα αναπτύσσεται στο ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΒΟΛΗ ΠΟΙΝΩΝ ΣΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ των Α. Καπαρδής και Η. Στεφάνου (Νομική Βιβλιοθήκη 2020)