Το άρθρο 152 του Συντάγματος ορίζει ότι η άσκηση της Δικαστικής Εξουσίας ανήκει χωρίς περιορισμό στο Ανώτατο Δικαστήριο, την ανώτατη δικαστική Αρχή και στα κατώτερα δικαστήρια που εδραιώνονται βάσει νόμου και λειτουργούν στο πλαίσιο της δικαστικής εξουσίας. Το άρθρο 163 κατοχυρώνει την αυτονομία της δικαστικής εξουσίας. Όπως, επισημαίνει και η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου «η δικαιοσύνη είναι ενιαία και αδιάσπαστη, δεν διαβαθμίζεται η ποιότητα της δικαιοσύνης ανάλογα με το Δικαστήριο που την απονέμει».
Οι ποινικές υποθέσεις στην Κύπρο εκδικάζονται πρωτόδικα, είτε από το Κακουργιοδικείο είτε από το Επαρχιακό Δικαστήριο και κατ’ έφεση από το Ανώτατο Δικαστήριο . Οι σοβαρότερες υποθέσεις εκδικάζονται από το Κακουργοδικείο, το οποίο συνήθως συνεδριάζει ένα ανά επαρχία. Το Κακουργοδικείο απαρτίζεται από τρία μέλη, ήτοι ένα Πρόεδρο Επαρχιακού Δικαστηρίου, ένα Ανώτερο Επαρχιακό Δικαστή και ένα Επαρχιακό Δικαστή.
Στο Επαρχιακό Δικαστήριο, οι ποινικές υποθέσεις εκδικάζονται συνοπτικά, από Ανώτερο Επαρχιακό Δικαστή ή από Επαρχιακό Δικαστή. Σε κάθε Επαρχιακό Δικαστήριο λειτουργούν ένα ή περισσότερα ποινικά δικαστήρια ανάλογα με τον όγκο των ποινικών υποθέσεων. Όταν το Ανώτατο Δικαστήριο συνεδριάζει ως Ποινικό Εφετείο αποτελείται τουλάχιστο από τρεις Δικαστές.
Το θέμα αναπτύσσεται στο ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΒΟΛΗ ΠΟΙΝΩΝ ΣΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ των Α. Καπαρδής και Η. Στεφάνου (Νομική Βιβλιοθήκη 2020)